ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ – ΜΕΡΟΣ Β'
του Μιχάλη Κατρίτση
Και τώρα ερχόμαστε στο κεντρικό, καταληκτικό σημείο της απάντησης του Ιησού Χριστού, που είναι και το επίμαχο:
«Όποιος χωρίσει τη γυναίκα του και νυμφευτεί άλλη μοιχεύεται εναντίον της. Και αν αυτή χωρίσει τον άντρα της και παντρευτεί άλλον, μοιχεύεται».
Πριν προχωρήσουμε στην ερμηνεία του λόγου αυτού είναι απαραίτητο να αναφέρουμε κάτι που αποτελεί κλειδί για την ορθή και ισορροπημένη κατανόηση του λόγου αυτού. Δεν χρειάζεται να αποδείξουμε το ιστορικά αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο Ιησούς μιλούσε Αραμαϊκά και Εβραϊκά. Μάλιστα η επίσημη θρησκευτική γλώσσα ήταν η Εβραϊκή και όχι η Αραμαϊκή γλώσσα. Αυτό το έχουν αποδείξει πολλοί σύγχρονοι λόγιοι, ιστορικοί, κλπ, και είναι πολύ λογικό διότι αυτή ήταν η γλώσσα της Αγίας Γραφής (Π. Διαθήκης) την οποία διάβαζαν στις Συναγωγές, προσεύχονταν, και δίδασκαν οι Ραβίνοι τους μαθητές τους.
Επίσης σε πολλά σημεία στις Πράξεις ο Παύλος μίλησε στον λαό, στο Συνέδριο, (και ο Ιησούς στον Παύλο στο όραμα της Δαμασκού) στην Εβραϊκή γλώσσα, και όχι Αραμαϊκή. Η Αραμαϊκή ήταν ένα μίγμα Εβραϊκής και Συριακής, και ήταν καθομιλουμένη γλώσσα στη Γαλιλαία. Φυσικά είχε πολλές ομοιότητες με την Εβραϊκή σε ρίζες λέξεων, προφορά, κλπ όχι μόνο γιατί είχε πολλά στοιχεία κατευθείαν από αυτήν, αλλά και γιατί η Συριακή, όπως και η Σαμαρειτική και άλλες Σημιτικές γλώσσες ήταν παρόμοιες, έχοντας τις ίδιες γλωσσικές ρίζες (ακόμη και η Αραβική έχει πολλές ομοιότητες με την Εβραϊκή στην προφορά). Ο Ιησούς λοιπόν πρέπει να δίδασκε τους μαθητές στην Εβραϊκή γλώσσα, και στην περίπτωση του διαλόγου αυτού με τους Φαρισαίους που ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της μητρικής Εβραϊκής τους γλώσσας και όχι της Αραμαϊκής, σίγουρα απάντησε Εβραϊκά, αφού ανάφερε και εδάφια από τη Γένεση που πάντα διαβάζονταν στα Εβραϊκά.
Εκτός όμως της προφορικής διατύπωσης, υπάρχει και το ζήτημα της γραπτής διατύπωσης των λόγων του Χριστού. Οι αδαείς νομίζουν ότι όλα τα Ευαγγέλια γράφτηκαν στα Ελληνικά. Όμως υπάρχει η μαρτυρία πολλών Εκκλησιαστικών Πατέρων των πρώτων αιώνων, όπως του Ειρηναίου, του Ευσέβιου, και του Ιερώνυμου, για το ότι ο Ματθαίος έγραψε το Ευαγγέλιο του αρχικά στην Εβραϊκή γλώσσα και αργότερα άλλοι το μετέφρασαν στην Ελληνική. Ο Ιερώνυμος μάλιστα είχε διαβάσει αυτό το Ευαγγέλιο στα Εβραϊκά, όταν ήρθε σε επαφή με Ναζαρηνούς (Χριστιανούς Ιουδαίους). Όσον αφορά δε το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, η ανάλυση των ομιλιών και ο τρόπος σύνταξης της γλώσσας μαρτυρούν, σύμφωνα με ειδικούς γλωσσολόγους της αρχαίας Ελληνικής και Εβραϊκής, πως πρόκειται για μετάφραση από αρχικά γραμμένο στο Εβραϊκό κείμενο. Άρα, τουλάχιστον, τα δύο χωρία του Ματθαίου (από το 5ο και από το 19ο κεφάλαιο) ήταν αρχικά γραμμένα στα Εβραϊκά.
Οι σύγχρονοι λόγιοι που ασχολούνται με την εβραϊκή γλώσσα μετατρέπουν τα αρχαία Ελληνικά των Ευαγγελίων σε Εβραϊκά για να δουν πώς ακριβώς είπε αυτά τα λόγια ο Ιησούς και προκύπτει μία μικρή αλλά πολύ σημαντική διαφορά στην πρόταση «όποιος χωρίζει τη γυναίκα του και νυμφεύεται άλλη»: η λέξη «και» που στα Εβραϊκά μεταφράζεται ως «βε» έχει και μία επιπλέον έννοια από τον συνδετικό σύνδεσμο «και». Έχει την έννοια της πρόθεσης «ώστε», «για να» (δημοτική), «ίνα» (αρχαία). Έτσι, η πρόταση του Ιησού παίρνει ένα άλλο, τελείως διαφορετικό νόημα:
«όποιος χωρίζει τη γυναίκα του ώστε (για) να νυμφευτεί άλλη, διαπράττει μοιχεία εναντίον της. Και αν η γυναίκα χωρίσει τον άνδρα της ώστε (για) να παντρευτεί άλλον, διαπράττει μοιχεία».
Παραδείγματα τέτοιας χρήσης του «βε» (του εβραϊκού «και») που μεταφράζεται με την έννοια «ώστε να» μπορούμε να βρούμε και στα εδάφια Έξοδος. 7:16
«Άφησε τον λαό Μου (βε) ώστε να Με λατρεύσει στην έρημο» – Γεν. 14:23
«Δεν θα δεχτώ ούτε κλωστή ούτε κορδόνι υποδημάτων από σένα (βε) ώστε να μην πεις, Εγώ πλούτισα τον Αβραάμ» – Γεν. 42:18
«Κάνετε αυτά (βε) ώστε να ζήσετε».
Οι μεταφραστές αποδίδουν σε αυτά τα εδάφια, τον σύνδεσμο «βε» ως «και», αλλά και ως «ώστε».
Επίσης από τη ραβινική φιλολογία υπάρχει ανάλογο γλωσσικό παράδειγμα χρήσης του βε/και με την έννοια «ώστε», και μάλιστα αναφέρεται σε περίπτωση διαζυγίου και δεύτερου γάμου:
«Αυτός που αρχίζει να επιθυμεί να πεθάνει η γυναίκα του και (ώστε να) κληρονομήσει την περιουσία της ή να πεθάνει και (ώστε να) νυμφευτεί την αδελφή της … αυτή στο τέλος θα τον θάψει. Για έναν τέτοιο άνθρωπο η Γραφή λέει, "Όποιος σκάβει λάκκο θα πέσει μέσα …" (Εκκλ. 10:8)» – (Αβότ ντε Ραμπί Νατάν, εκδ. Α, κεφ. 3).
Κάποιος εδώ θα μπορούσε να διερωτηθεί και δικαιολογημένα: «Τόσους αιώνες που δεν γνώριζαν εβραϊκά οι Χριστιανοί είναι δυνατόν να μπορούσαν να κατανοήσουν με τέτοιο τρόπο τους λόγους του Χριστού;» Η απάντηση είναι θετική, και ίσως αυτό εκπλήσσει πολλούς, αλλά είναι απλό: αν διαβάσουμε την πρόταση του Ιησού σαν να αναφέρεται σε έναν συνεχή χρόνο, και όχι όπως συνήθως σε διαφορετικούς χρόνους, τότε καταλήγουμε στην ίδια κατανόηση. Εάν δηλ. διαβάσουμε το εδάφιο σε συνεχή χρόνο «όποιος χωρίζει τη γυναίκα του και (αμέσως) νυμφεύεται άλλη, διαπράττει μοιχεία» μας είναι αυτονόητο πως για να παντρευτεί άμεσα, στον ίδιο χρόνο που χωρίζει, κάποια άλλη, θα την έχει ήδη υπόψη του από πριν (όσο ήταν ακόμη παντρεμένος), θα την έχει από πριν επιθυμήσει (η κατάσταση που περιγράφει στο Ματθ. 5:27) και άρα ήδη έχει μοιχεύσει μέσα στην καρδιά του. Δηλαδή ουσιαστικά η απάντηση του Χριστού είναι μία επανάληψη της διδασκαλίας που έδωσε στην Επί του Όρους Ομιλία Του, να προσέχουμε να μην παραβιάζουμε το πνεύμα του Νόμου, και να μην ξεγελάμε τους εαυτούς μας και τους άλλους πως είμαστε σύμφωνοι με το γράμμα του Νόμου. Ένας παντρεμένος (ή μία παντρεμένη) που επιθυμούν κάποιαν άλλη (ή κάποιον άλλον αντίστοιχα), ήδη έχουν διαπράξει μοιχεία μέσα τους απέναντι στον Θεό που γνωρίζει τις καρδιές, ενώ απέναντι στους ανθρώπους μπορεί να φαίνονται νομότυποι όταν πάρουν διαζύγιο και αμέσως μετά παντρευτούν αυτήν (ή αυτόν) που είχαν στην καρδιά τους.
Ας μην ξεχνάμε ότι το διαζύγιο τότε έβγαινε αυθημερόν (είτε το έγραφε ο ίδιος ο άνδρας είτε το έγραφαν οι κριτές) και την επόμενη ημέρα μπορούσε να γίνει ο δεύτερος γάμος. Σήμερα απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί υπάρχουν διαδικασίες (ακόμη και όταν συναινούν και οι δύο σύζυγοι χρειάζεται δικαστική απόφαση που παίρνει 10-12 μήνες). Αυτό το αναφέρουμε επειδή ο Χριστός όταν μιλούσε αναφερόταν σε καταστάσεις της κοινωνίας του που το διαζύγιο και ο δεύτερος γάμος μπορούσαν να συμβούν σχεδόν ταυτόχρονα. Σήμερα, όμως, και ιδιαίτερα στις Δυτικές οργανωμένες κοινωνίες, μεσολαβεί ένα μεγάλο διάστημα (αν δεν συμφωνεί με το διαζύγιο ο ένας από τους δύο, η διαδικασία μπορεί να απαιτήσει 3 ή ακόμη και 4 χρόνια). Γι’ αυτό και μας είναι δύσκολο να φανταστούμε πως οι δύο καταστάσεις τις οποίες αναφέρει ο Ιησούς – αν κάποιος χωρίσει τη γυναίκα του» η πρώτη, και «νυμφευτεί άλλη» η δεύτερη – μπορούν να συμβούν ταυτόχρονα. Άρα και ο Χριστός αναφέρεται στην ταυτόχρονη διαδικασία, και όχι σε μία ετεροχρονισμένη διαδικασία.
Η ετεροχρονισμένη διαδικασία είναι αυτή την οποία πιο συχνά ζούμε: ένας άνδρας (ή μία γυναίκα) οδηγείται στο διαζύγιο για λόγους ασυμφωνίας χαρακτήρων και, αφού χωρίσουν, έπειτα από κάποιο διάστημα γνωρίζουν μία γυναίκα (ή έναν άνδρα αντίστοιχα), και αποφασίσουν να παντρευτούν, τότε κάνουν δεύτερο γάμο. Έναν τέτοιο δεύτερο γάμο δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε «μοιχεία» ως Χριστιανοί, ούτε βάσει της Παλαιάς Διαθήκης ούτε βάσει της Καινής (βάσει των λόγων του Χριστού στα Ευαγγέλια). Έναν δεύτερο γάμο, όμως, ο οποίος ήταν προσχεδιασμένος μέσα στην καρδιά κάποιου ενόσω είναι ακόμη παντρεμένος, και ο οποίος ξεκινάει διαδικασία διαζυγίου, προκειμένου να πραγματοποιήσει τον γάμο με τη γυναίκα που επιθυμεί, μπορούμε και πρέπει να τον χαρακτηρίσουμε ως «μοιχεία».
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως η ορθή μετάφραση των λόγων του Χριστού από τα Εβραϊκά (καθώς και η ορθή ανάγνωσή τους στα αρχαία Ελληνικά), ως αναφερόμενων σε ταυτόχρονες πράξεις διαζυγίου και δεύτερου γάμου, και όχι σε ετεροχρονισμένες, μας οδηγεί όχι μόνο σε ορθή κατανόηση, αλλά και σε ορθή διάκριση τού πότε επιτρέπεται και πότε απαγορεύεται ο δεύτερος γάμος. Όταν δεν έχουμε την ορθή κατανόηση των λόγων του Χριστού για το δεύτερο γάμο, παραπαίουμε μεταξύ των δύο άκρων:
1) «απαγορεύεται δεύτερος γάμος σε κάθε περίπτωση και είναι μοιχός όποιος παντρευτεί ξανά» και,
2) «επιτρέπεται δεύτερος γάμος σε κάθε περίπτωση και δεν πρόκειται ποτέ για μοιχεία».
Τι γράφουν οι Απόστολοι σχετικά με το διαζύγιο και τον δεύτερο γάμο;
Ελάχιστες αναφορές υπάρχουν γι’ αυτό το θέμα, κι αυτές μόνον από τον Απόστολο Παύλο. Στα εδάφια Α΄ Κορινθίους 7:10-15, μιλώντας για Χριστιανές γυναίκες που είναι παντρεμένες με απίστους, ο Απόστολος Παύλος ξεκάθαρα λέει πως η γυναίκα μπορεί να χωρίσει από τον άνδρα της, αν και καλύτερα είναι να μην το κάνει και να προσπαθήσει να μείνει μαζί του. Αυτή είναι μία περίπτωση που παρουσιάζεται συχνά και σήμερα: ένας πιστός Χριστιανός να είναι παντρεμένος με μία γυναίκα (ή αντίστοιχα μία πιστή γυναίκα με έναν άνδρα) που δεν πιστεύει ή πιστεύει αλλά δεν θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό στην πράξη. Τί πρέπει να γίνει; Ο Παύλος λέει (και ο Πέτρος στην Α΄ Πέτρου) πως το καλύτερο είναι να μείνει μαζί το ανδρόγυνο με σκοπό είτε να κερδηθεί ο άπιστος σύζυγος στον Χριστό, είτε, αν έχει ειρηνική στάση απέναντι στην πίστη (δεν είναι εχθρικός), είναι καλό για την γαλήνη της οικογένειας (όχι μόνο του ζευγαριού, αλλά και των παιδιών). Αν όμως περνάει ο καιρός και η γαμήλια συμβίωση εμποδίζει τον/την πιστό/πιστή σύζυγο στην πνευματική τους πορεία, καλύτερα είναι να χωρίσουν. Εδώ, λοιπόν, έχουμε μία αιτία διαζυγίου διαφορετική από την πορνεία (ή τη μοιχεία όπως εννοούν στο εδ. Ματθ. 19:35 μερικοί Χριστιανοί σήμερα). Όσες εκκλησίες διατείνονται πως δεν επιτρέπεται διαζύγιο παρά μόνο για λόγο μοιχείας, έρχονται σε ξεκάθαρη αντίθεση με την Αποστολική διδασκαλία! [1]
Για άλλες αιτίες διαζυγίου δεν κάνει λόγο ο Παύλος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαγορεύει το διαζύγιο σε άλλες περιπτώσεις, όπως φαίνεται από τα εδάφια 27-28: αποτρέπει από το διαζύγιο, δεν το απαγορεύει όμως.
Τί λέει όσον αφορά τον δεύτερο γάμο; Στο ίδιο κεφάλαιο (7ο της Α΄ Κορινθίους) στο οποίο ασχολείται με θέματα γάμου, γίνεται μία μικρή αλλά σαφής αναφορά στον δεύτερο γάμο:
«Νομίζω, λοιπόν, πως αυτό είναι καλό εξαιτίας της παρούσας ανάγκης, ότι είναι καλό για τον άνθρωπο το να μένει έτσι όπως είναι. Είσαι δεμένος με γυναίκα, μη ζητάς λύση (διαζύγιο), είσαι λυμένος από γυναίκα; Μη ζητάς γυναίκα. Αν όμως και παντρευτείς, δεν αμάρτησες» (εδ. 26-28).
Όσοι γνωρίζουν την νομική γλώσσα θα θυμηθούν αμέσως ότι ο όρος «λύση του γάμου» σημαίνει ακριβώς «διά-λυση», «δια-ζύγιο» (το οποίο σημαίνει διάλυση του ζυγού του γάμου), δηλ. λύεται ο δεσμός του γάμου. Έτσι είναι ξεκάθαρο πως το εδ. 28 μιλάει για κάποιον που «είναι δεμένος με γυναίκα» δηλ. βρίσκεται κάτω από τον δεσμό του γάμου, και τον προτρέπει να μη ζητάει να λυθεί ο δεσμός, δηλ. να μην χωρίσει, αλλά αν κάποιος είναι «λυμένος από γυναίκα», δηλ. χωρισμένος, διαζευγμένος, και παντρευτεί, δεν αμαρτάνει. Είναι αλήθεια τόσο ξεκάθαρη η ελληνική γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Παύλος, ώστε δεν αφήνει αμφιβολία γι’ αυτό που δηλώνει: όποιος είναι διαζευγμένος καλύτερα να μη ζητάει γυναίκα ξανά, αλλά κι αν ακόμη παντρευτεί δεν αμαρτάνει. Άρα ο δεύτερος γάμος, λέει ο Παύλος στην Εκκλησία των Κορινθίων – και κατ’ επέκταση σε κάθε εκκλησία – δεν είναι αμαρτία, αν και δεν είναι η καλύτερη επιλογή στους δύσκολους καιρούς που ζούμε (και η Εκκλησία ζει πάντα σε δύσκολους καιρούς από πνευματική άποψη).
Όμως στο εδ. 39 αναφέρεται κάτι που θα μπορούσε να είναι αντιφατικό σε σχέση με την προηγούμενη δήλωση:
«Η γυναίκα είναι δεμένη για όσο χρόνο ζει ο άντρας της. Αν όμως κοιμηθεί ο άντρας της, ελεύθερη είναι με όποιον θέλει να παντρευτεί, μόνο να είναι στον Κύριο»,
δηλ. αν παντρευτεί η γυναίκα ενόσω ζει ο άνδρας της διαπράττει αμαρτία. Για ποια περίπτωση μιλάει ο Παύλος εδώ; Μήπως απαγορεύει στο σημείο αυτό τον δεύτερο γάμο, ενώ πριν λίγο ξεκάθαρα τον επέτρεψε; Αποκλείεται βέβαια ο Απόστολος να αντιφάσκει με τον εαυτό του, γι’ αυτό και κάποια άλλη είναι η εξήγηση αυτού που λέει, την οποία και θα δούμε στη συνέχεια, εξετάζοντας έναν παρόμοιο λόγο του στο Ρωμ. 7:2-3. Πάντως κατ’ αρχήν πρέπει να παρατηρήσουμε πως ο Παύλος δεν μιλάει για «λυμένη» ή «χωρισμένη» γυναίκα που παντρεύεται με άλλον άνδρα – άρα αποκλείεται η περίπτωση του να αναφέρεται στον δεύτερο γάμο. Μιλάει για γυναίκα που ο άνδρας της ζει, είναι παντρεμένη με τον άνδρα της, αλλά παρόλα αυτά μπορεί να παντρευτεί με άλλον άνδρα και τότε αμαρτάνει. Πώς γίνεται αυτό, αφού πολυγαμία στις γυναίκες δεν επιτράπηκε ποτέ; Θα το δούμε αμέσως παρακάτω.
Ένα ακόμη εδάφιο που μπερδεύει σχετικά με το δικαίωμα του δεύτερου γάμου, ειδικά για μια γυναίκα, είναι το Ρωμαίους 7:2-3:
“Γιατί η παντρεμένη γυναίκα, με το ζωντανό άντρα έχει δεθεί ως προς το νόμο. Αν όμως πεθάνει ο άντρας, έχει απαλλαχτεί από το νόμο που αναφέρεται στον άντρα. Άρα, λοιπόν, ενόσω ζει ο άντρας της, θα ονομαστεί μοιχαλίδα αν γίνει σύζυγος σε άλλο άντρα. Αν όμως πεθάνει ο άντρας, είναι ελεύθερη από το νόμο, ώστε αυτή να μην είναι μοιχαλίδα αν γίνει σύζυγος σε άλλο άντρα”.
Μία πρώτη ανάγνωση του κειμένου και στο αρχαίο πρωτότυπο μας δίνει την εντύπωση ότι ο Απόστολος Παύλος ξεκάθαρα δηλώνει πως όσο ζει ο άνδρας η γυναίκα του δεν μπορεί να παντρευτεί με άλλον. Για τους λόγους αυτούς πρέπει να αποκλείσουμε κατ’ αρχήν κάθε άλλη γλωσσική ερμηνεία, διότι είναι προφανές ότι από την αρχή ήταν γραμμένοι από τον ίδιο τον Παύλο στην Ελληνική, και δεν αποτελούν μετάφραση από την εβραϊκή γλώσσα.
Μία δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση όμως των λόγων αυτών δημιουργεί μία ουσιαστική απορία: πρώτον, εφόσον ο Παύλος επιχειρηματολογεί με βάση τον Νόμο, ο οποίος δεν απαγορεύει την γυναίκα να χωριστεί και να παντρευτεί με άλλον άνδρα, πώς μπορεί να λέει ότι μόνον αν πεθάνει ο άνδρας της είναι ελεύθερη από το Νόμο να ξαναπαντρευτεί; Πού λέει κάτι τέτοιο ο Νόμος; Αυτό θα ήταν μία τεράστια αντίφαση για κάποιον Ιουδαίο, όπως ο Παύλος, που ήταν βαθύς γνώστης του Νόμου. Τι συμβαίνει;
Κατ’ αρχήν πρέπει να δούμε τα συμφραζόμενα των εδαφίων αυτών. Για ποιο θέμα μιλάει ο Παύλος; Μιλάει για το διαζύγιο; Όχι, δεν αναφέρει καθόλου τις λέξεις (και τις έννοιες) «αποβλημένη», «διαζύγιο», «χωρίζομαι». Άρα δεν πρόκειται γι’ αυτήν την περίπτωση. Μα ποιά άλλη περίπτωση θα μπορούσε να είναι, αφού, αν μια γυναίκα δεν είναι χωρισμένη και ο άνδρας της ζει, δε θα μπορούσε ταυτόχρονα να παντρευτεί κάποιον άλλο; Δικαιολογημένη απορία, και η πρακτική απάντηση μπορεί να είναι μόνο μία, την οποία θα κατανοήσουμε καλύτερα αν καταλάβουμε ποιο είναι το θέμα του Παύλου σε όλο αυτό το κεφάλαιο. Είναι η πιστότητα και ο αγιασμός της Εκκλησίας προς τον Χριστό. Πρόκειται για μία παρομοίωση, μία αναλογία της Εκκλησίας με μία φυσική κατάσταση, τον γάμο γυναίκας και άνδρα.
Η Εκκλησία, το Σώμα των πιστών, παρομοιάζεται με γυναίκα νυμφευμένη με τον Χριστό, μέχρι την ημέρα της δεύτερης έλευσης του Κυρίου της. Ο Χριστός είναι απών, έχει αναληφθεί στον ουρανό, και η Εκκλησία που έχει μείνει στη γη και Τον περιμένει δεν πρέπει να αναμιχθεί με τον κόσμο και την αμαρτία και έτσι να χάσει την πνευματική της καθαρότητα, μοιχεύοντας πνευματικά με τον κόσμο, νυμφευόμενη με την εξουσία και την αμαρτία του κόσμου αυτού, ενόσω ζει ο άνδρας της κάπου αλλού (ο Χριστός ζει στον Ουρανό). Εδώ πρέπει να θυμηθούμε ότι ο ίδιος ο Χριστός είχε προειδοποιήσει την Εκκλησία των μαθητών Του με παρόμοιες παραβολές για τη στάση που έπρεπε να τηρήσει ενόσω Εκείνος θα έλειπε, και πως θα έπρεπε να Τον περιμένει (όπως του ευγενούς που φεύγει σε χώρα μακρινή, του Κυρίου που έρχεται να λογαριαστεί με τους δούλους του για τα τάλαντα, του Κυρίου που επιστρέφει στις δέκα παρθένες, της αμοιβής του πιστού και φρόνιμου δούλου και της τιμωρίας του δούλου που λέει ότι αργεί ο Κύριος και αρχίζει να ενώνεται με τον κόσμο στις διασκεδάσεις κλπ).
Από αυτές τις παραβολές συνάγουμε τη φυσική κατάσταση που χρησιμοποιεί για την παρομοίωσή του ο Απόστολος Παύλος: είναι εκείνη μίας παντρεμένης γυναίκας, η οποία δεν έχει χωριστεί από τον άνδρα της, αλλά εκείνος φεύγει σε ταξίδι μακριά, χωρίς να ξέρει πότε θα γυρίσει. Αυτή είναι και η μόνη λογική απάντηση στο ερώτημα που τέθηκε λίγο πριν, «πώς θα μπορούσε μία παντρεμένη γυναίκα να παντρευτεί άλλον άνδρα, ενόσω ζει ο άνδρας της και χωρίς να έχει διαζύγιο». Μόνο στην περίπτωση που ο άνδρας της φύγει μακριά και λείπει καιρό, μία πολύ συνηθισμένη περίπτωση για τους Ιουδαίους της Ρώμης προς τους οποίους κυρίως απευθύνεται ο Παύλος στην Προς Ρωμαίους επιστολή του (όπως σχεδόν ομόφωνα όλοι οι σύγχρονοι μελετητές/θεολόγοι αναφέρουν), μιας και οι περισσότεροι ήταν έμποροι και συχνά ταξίδευαν. Ένας άλλος λόγος που ταξίδευαν οι Ιουδαίοι ήταν η ετήσια επίσκεψη-προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ. Τα ταξίδια με πλοία, όπως βλέπουμε και από το ταξίδι του Παύλου προς τη Ρώμη, μπορούσαν να κρατήσουν πολύ καιρό, αν οι άνεμοι δεν ήταν ευνοϊκοί κλπ. Πολύ συχνά ήταν τα ναυάγια, οι πειρατείες κλπ. Το να χαθεί ο άνδρας κάποιας γυναίκας και να μην έχει αυτή καμία είδησή του δεν πρέπει να μας φαίνεται παράξενο σε μία εποχή που ούτε τηλεπικοινωνίες υπήρχαν ούτε και ταχυδρομεία. Η περίπτωση δε αυτή, του να χαθεί ένας άνδρας σε ταξίδι (ή σε πόλεμο) ήταν μία άλλη περίπτωση απώλειας, αναφέρεται στο Ταλμούδ, όπου και μάλιστα νομοθετείται ότι, αν η παντρεμένη γυναίκα δεν πάρει καμία είδηση ότι ο άνδρας της ζει μέσα σε τρία χρόνια από την αναχώρησή του, μπορεί να θεωρηθεί νεκρός και η γυναίκα του μπορεί να ξαναπαντρευτεί.
Ίσως η παρομοίωση του Παύλου να μην αναφέρεται ακριβώς σε αυτήν την περίπτωση της απώλειας κάποιου άνδρα, αλλά στην πιο συνηθισμένη τότε περίπτωση ενός άνδρα που για λόγους επαγγελματικούς μεταναστεύει για πολλά χρόνια και ζει μακριά από τη γυναίκα του. Μάλλον αυτή είναι και η κατάσταση της Εκκλησίας που γνωρίζει σίγουρα ότι ο άνδρας της, ο Χριστός, ζει σε έναν άλλο τόπο, αλλά μπορεί να κουραστεί να περιμένει πολλά χρόνια και να αναζητήσει χαρές στον κόσμο, δηλ. στην ανθρώπινη δύναμη, υποστήριξη, φιλοσοφία κλπ. Η παρομοίωση του Παύλου γίνεται επίσης προφανής στη σημερινή εποχή που πολλοί μεταναστεύουν σε μακρινές χώρες, αφήνοντας πίσω τη γυναίκα τους. Όσο και να αργεί να επιστρέψει ο άνδρας, η γυναίκα αν παντρευτεί με κάποιον άλλον δε θα διαπράξει μοιχεία; Έχω γνωρίσει προσωπικά αρκετές περιπτώσεις μεταναστών που χρόνια δουλεύουν στη χώρα μας, και έχουν αφήσει πίσω στην πατρίδα τους γυναίκα (ή άνδρα) και αισθάνονται για λόγους συναισθηματικής ή σεξουαλικής ανάγκης ότι πρέπει να έχουν και εδώ μία/έναν σύντροφο. Κάτι τέτοιο είναι ξεκάθαρη αμαρτία καταδικαστέα ως μοιχεία. Μερικοί μετανάστες μάλιστα έχουν πραγματοποιήσει γάμο εδώ, χωρίς ποτέ να έχουν πάρει διαζύγιο στη χώρα τους, γινόμενοι έτσι παράνομοι και απέναντι στον νόμο του Θεού και στον νόμο των ανθρώπων
Άρα λοιπόν τα εδάφια του Παύλου στην Ρωμαίους αποτελούν μία παρομοίωση της προσμονής της νύμφης-Εκκλησίας του Νυμφίου-Χριστού ο οποίος λείπει «σε χώρα μακρινή», και δεν έχουν καμία σχέση με το αν μία γυναίκα μπορεί να χωριστεί με διαζύγιο και να ξαναπαντρευτεί. Όμοια και τα εδάφια στην Κορινθίους αναφέρονται στη γυναίκα που δεν μπορεί να παντρευτεί όσο ο άνδρας της ζει κάπου αλλού και δεν έχει πάρει διαζύγιο.
Η στάση της Μεταποστολικής Εκκλησίας
Η θέση της Αποστολικής Εκκλησίας είναι καταγραμμένη στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου (Ρωμαίους, και κυρίως Κορινθίους), όπως αναπτύξαμε προηγούμενα. Η στάση της Εκκλησίας μετά τους Αποστόλους είναι καταγραμμένη στα κείμενα των Απολογητών και των Εκκλησιαστικών Πατέρων, αρχικά, και στους κανόνες των Συνόδων μετέπειτα.
Οι αναφορές στο θέμα του διαζυγίου και του δεύτερου γάμου στα κείμενα των Απολογητών (Ιουστίνος, Τερτυλλιανός, Τατιανός) και Πατέρων (Κλήμης Αλεξανδρείας, Σύνοδος Ελβίρας, Κανόνες Μ. Βασιλείου, Ι. Χρυσόστομος, κ.α.) είναι πάντα απαγορευτικές και απερίφραστα καταδικαστικές του δεύτερου γάμου. Και αυτό είναι απόλυτα κατανοητό σε όσους είναι γνώστες της γενικής φιλοσοφικής κατάστασης του ελληνορωμαϊκού κόσμου μέσα στον οποίο αναπτύχθηκε ο Χριστιανισμός.
Αν και ο πολύς κόσμος ήταν παραδομένος στις σαρκικές ηδονές, οι φιλόσοφοι (Πλατωνικοί, Στωϊκοί) ανταγωνίζονταν (τουλάχιστον στη θεωρία) για το πώς να είναι πιο ενάρετοι, απαθείς, εγκρατείς, και γενικά πιο πνευματικοί, απεχθανόμενοι τον κόσμο της σάρκας και της ύλης, θεωρώντας κατώτερη ή ακόμη και κακή την υλική δημιουργία. Έτσι, έβλεπαν τη γυναίκα, το σεξ, τον γάμο, και την τεκνογονία ως μεγάλα εμπόδια προς την πνευματική τελειότητα (την οποία θεωρούσαν ότι πετύχαιναν με την απόδραση από την ύλη και την ένωση με την υπέρτατη θεϊκή ουσία). Σε τέτοιους φιλοσόφους ή παιδαγωγούς που μάθαιναν τα παιδιά γραφή και ανάγνωση με βάση τα φιλοσοφικά κείμενα, είχαν μαθητεύσει όλοι οι μορφωμένοι Πατέρες της Εκκλησίας, και είναι φυσικό να είχαν εντυπωσιαστεί και να είχαν ασπαστεί αυτές τις απόψεις. Έτσι, θεωρούσαν κάθε ανθρώπινη υλική δραστηριότητα ένα εμπόδιο για την πνευματική ζωή, και πιο πολύ τον γάμο ως μία ανθρώπινη αδυναμία και ένα αναγκαίο κακό μέχρις ότου μπορέσει ο άνθρωπος και νικήσει τις σαρκικές επιθυμίες (κυρίως οι άνδρες) και τις συναισθηματικές του φιλοδοξίες (κυρίως οι γυναίκες). Οι φιλόσοφοι πολλές φορές έβλεπαν την επιθυμία για παιδιά μόνον ως μία εγωιστική επιθυμία φιλοδοξίας!
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα κινούμενοι οι Χριστιανοί δεν μπορεί παρά να θεωρούσαν κάποιον που ήθελε να ξαναπαντρευτεί ως «φιλήδονο» και άρα να αποτρέπουν τον δεύτερο γάμο. Μέσα σε αυτό το κλίμα της δήθεν πνευματικότητας, αρνούνταν πολλές φυσικές ανθρώπινες δραστηριότητες και εκδηλώσεις, προσπαθώντας βέβαια να υποστηρίξουν τις θέσεις τους με εδάφια από την Καινή Διαθήκη, που τα ερμήνευαν έτσι ώστε να δικαιώνουν τις πνευματικές θεωρίες τους. Η εφαρμογή των εδαφίων των Ευαγγελίων που αναφέρονταν στο διαζύγιο ποτέ δεν εξετάστηκε με ειλικρινές πνεύμα αναζήτησης της αλήθειας, αλλά με προκατειλημμένο πνεύμα να δικαιωθεί η «πνευματική ζωή», μία ζωή μακριά από την ύλη, τις αισθήσεις και τα συναισθήματα, άρα και μακριά από τον γάμο [2].
Αν ο πρώτος γάμος θεωρούνταν κάτι περιφρονητέο ανάμεσα στους Χριστιανούς, και η αγαμία η μεγαλύτερη αρετή, τότε πώς να μην απέρριπταν απερίφραστα την ιδέα του δεύτερου γάμου;
Η νοοτροπία αυτή, της «πνευματικής ζωής», μακριά από τον κόσμο, εννοώντας όχι μόνον τον αμαρτωλό κόσμο, αλλά και τον φυσικό, υλικό κόσμο που δημιούργησε με αγάπη και χαρά ο Θεός, συνεχίζεται ακόμη και σήμερα σε όλους σχεδόν τους Χριστιανικούς κύκλους που με αυστηρότητα αγωνίζονται για την επίτευξη αγιότητας. Σε αυτούς τους κύκλους που ακόμη και πρώτος γάμος θεωρείται μία κατώτερη επιλογή του Χριστιανού, είναι φυσικό να μην αναζητείται η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των λόγων του Χριστού σχετικά με τον δεύτερο γάμο, αλλά να βολεύονται στην επιπόλαιη ανάγνωση που φαίνεται να απαγορεύει δεύτερο γάμο (μεταφράζοντας λανθασμένα τον όρο «πορνεία» σε «μοιχεία», επειδή, επιπλέον, σήμερα όλοι σχεδόν έχουν πέσει σε πορνεία, και άρα θα ήταν απαγορευμένο σε όλους να κάνουν έστω και πρώτο γάμο).
Τι συμβαίνει σήμερα στις εκκλησίες;
Οι εκκλησίες σήμερα παραπαίουν ανάμεσα στα δύο άκρα, χωρίς να μπορούν να ισορροπήσουν γιατί λείπει όπως είπαμε και η ακριβής γνώση του Θείου Λόγου και η ορθοτόμησή του.
Το πρώτο άκρο της ολοκληρωτικής και άκριτης απαγόρευσης δεύτερου γάμου ακολουθούν οι περισσότερες παραδοσιακές (θεωρούμενες συντηρητικές) εκκλησίες, ενώ το δεύτερο οι μοντέρνες (θεωρούμενες ανεκτικές) εκκλησίες. Οι κληρικοί που ασκούν ποιμαντικό έργο στις συντηρητικές εκκλησίες βρίσκονται συχνά μπροστά στην κατάσταση που ένας διαζευγμένος άνδρας ή μία γυναίκα εκλιπαρεί για δεύτερο γάμο, και αυτοί σκληραίνοντας την καρδιά τους απαντούν με απροθυμία: «Δυστυχώς το Ευαγγέλιο απαγορεύει κάτι τέτοιο, θεωρώντας το μοιχεία, και έτσι δεν μπορούμε να τελέσουμε δεύτερο γάμο». Η πιο θλιβερή περίπτωση, πραγματικά τραγική, είναι όταν ο διαζευγμένος (ή η διαζευγμένη) υπήρξαν θύματα μοιχείας του πρώην συζύγου τους. Γιατί αν κάποιος είναι υπεύθυνος για μοιχεία θα ήταν απόλυτα δίκαιο να μην ξαναπαντρευτεί, αλλά ο απατημένος σύζυγος που παίρνει διαζύγιο, τι χρωστάει να καταδικαστεί σε αγαμία όλη την υπόλοιπη ζωή του; Είναι φοβερή αδικία κάτι τέτοιο, και δυστυχώς οι περισσότεροι ποιμένες των παραδοσιακών εκκλησιών καταπνίγουν τα συναισθήματα ελέους προς τους απατημένους συζύγους που θέλουν να ξαναπαντρευτούν και να ζήσουν ευτυχισμένοι τη ζωή τους. Τυφλωμένοι από τον άκαμπτο θρησκευτικό δογματισμό τους και το πνευματικό σκοτάδι των εκκλησιών τους όσον αφορά την ερμηνεία της Αγίας Γραφής, οι θεωρούμενοι πνευματικοί ποιμένες και πιστοί, που ακολουθούν τη λεγόμενη "θεολογία αγιασμού", καταδικάζουν το μέλλον των διαζευγμένων πιστών, αλλά και των παιδιών τους (που στην περίπτωση των διαζευγμένων γυναικών-μητέρων υποφέρουν ποικιλοτρόπως υλικά και ψυχολογικά). Οι ποιμένες αναγγέλλουν τη λανθασμένη τους κατανόηση των εδαφίων της Βίβλου ως τελεσίδικη απόφαση του Θεού, μην αναλαμβάνοντας όμως και την ευθύνη της οικονομικής και ψυχολογικής υποστήριξης των διαζευγμένων γυναικών (και των παιδιών τους) που επιθυμούν να ξαναπαντρευτούν και να αποκατασταθούν. Έτσι, όσοι διαζευγμένοι Χριστιανοί από αυτές τις εκκλησίες ξαναπαντρευτούν (με πολιτικό γάμο ή με θρησκευτικό σε κάποιο άλλο δόγμα που επιτρέπει το δεύτερο γάμο) μπορεί να νοιώθουν έντονες ενοχές σε όλη τους τη ζωή (πως είναι σε μοιχεία), ενώ οι αδελφοί τους από την εκκλησία, τους βλέπουν περιφρονητικά, ή ακόμη και διακόπτουν κάθε σχέση μαζί τους, θεωρώντας τους μοιχούς.
Έχουμε ζήσει περιπτώσεις όπου οι ποιμένες απαγορεύουν σε διαζευγμένες γυναίκες με μικρά παιδιά να ξαναπαντρευτούν, ενώ γνωρίζουν ότι ο πρώην σύζυγός τους ήταν υπεύθυνος για τη διάλυση του γάμου, είτε γιατί τις απατούσε είτε γιατί φερόταν προσβλητικά και βίαια είτε γιατί ήταν τελείως ανεύθυνος (αλκοολικός, χαρτοπαίκτης, κλπ). Αυτό είναι πνευματικό, ψυχολογικό και κοινωνικό έγκλημα, και η διδασκαλία του Ιησού Χριστού σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συμβάλλει σε τέτοιου είδους εγκλήματα! Σήμερα με την αύξηση της ομοφυλοφιλίας έχουμε και περιπτώσεις γυναικών που χωρίζουν γιατί ανακαλύπτουν πως ο άνδρας τους είναι ομοφυλόφιλος, και υπάρχουν εκκλησίες που δεν επιτρέπουν σε αυτές να ξαναπαντρευτούν! Τέτοια τυφλότητα και σκοτάδι δεν μπορεί να συμβαδίζει με ανθρώπους που διατείνονται ότι πιστεύουν στην Αλήθεια και στο Φως!
Δυστυχώς, όμως, δεν χρειάζονται τέτοια ακραία παραδείγματα απαγόρευσης δεύτερου γάμου, για να μας κάνουν να καταλάβουμε πόσο εμείς οι Χριστιανοί πολλές φορές λειτουργούμε κάτω από το γράμμα, πολύ χειρότερα από του Φαρισαίους που χλευάζουμε, και σκοτώνουμε με το γράμμα, αν και μας προειδοποίησε ο Κύριός μας για κάτι τέτοιο. Σε ποια περίπτωση αναφερόμαστε; Στην εποχή μας μέσα στις Δυτικές κοινωνίες ή στις Δυτικοποιημένες κοινωνίες του Τρίτου Κόσμου (Νότια Αμερική, μεγαλύτερο μέρος Αφρικής, μέρος της Ασίας), έχουν γίνει κατεστημένο οι «προγαμιαίες σχέσεις», οι σεξουαλικές σχέσεις πριν από το γάμο. Στις πιο μοντέρνες κοινωνίες, όχι μόνον είναι επιβεβλημένες οι σεξουαλικές σχέσεις από την εφηβική ηλικία (γιατί θεωρείται οπισθοδρομική όποια κοπέλα είναι παρθένα, όχι ολοκληρωμένος όποιος νεαρός δεν έχει σεξουαλική σχέση), αλλά πολλά ζευγάρια προχωρούν και ένα βήμα παραπέρα: στη συμβίωση, αυτό που λέμε συνήθως, ότι «συζούν». Συνήθως οι προγαμιαίες σχέσεις, ακόμη και οι συμβιώσεις, δεν καταλήγουν σε γάμο. Όταν όμως σε μία εκκλησία κάποιος άνδρας ή γυναίκα κάνει γνωστό ότι θέλει να τελέσει γάμο, κανένας ποιμένας δεν τον ρωτάει αν είχε προηγούμενη σεξουαλική σχέση ή συμβίωση, θεωρώντας ότι κι αν ακόμη αυτό συνέβαινε δεν εμποδίζει τον γάμο, μιας και όλες οι προηγούμενες σχέσεις θεωρούνται σχέσεις «πορνείας» και όχι γάμου. Έτσι το ζευγάρι τελεί το γάμο με ήσυχη συνείδηση ότι παντρεύονται για πρώτη φορά, κι ας είχαν συνάψει δεκάδες σχέσεις, μακροχρόνιες συμβιώσεις πρωτύτερα – αυτά όλα η Εκκλησία δεν τα θεωρεί «γάμο», γιατί ποτέ δεν πήγαν για 5 λεπτά σε ένα Δημαρχείο να πάρουν ένα χαρτί γάμου. Αν είχαν πάει στο Δημαρχείο ή σε μία εκκλησία και είχαν κάνει μία τυπική τελετή γάμου θα θεωρούνταν παντρεμένοι από την κοινωνία και το Κράτος, ενώ πριν όχι. Ας σκεφτούμε λίγο απλά και ειλικρινά αυτό το σημείο: Ο Θεός κοιτάει τα χαρτιά των Δημαρχείων και τα πιστοποιητικά γάμου των Εκκλησιών ή κοιτάει τις καρδιές, τις πράξεις και τις σχέσεις των ανθρώπων;
Αν ένας άνδρας έχει μία μόνιμη ερωτική σχέση με μία γυναίκα, θεωρείται στα μάτια του Θεού ότι έχει γίνει «σάρκα μία» με αυτήν. Αν χωρίσει, έχει την ίδια ευθύνη με έναν που χωρίζει με διαζύγιο. Αυτός έχει την ίδια θέση (σαν να ήταν διαζευγμένος) αν την εγκαταλείψει. Πιστεύουμε σύμφωνα με τη διδασκαλία της Γραφής πως αν και δεν έχει κάνει επίσημο γάμο, η διάλυση της σχέσης ισοδυναμεί με διαζύγιο, και από πνευματική άποψη είναι διαζευγμένοι (όπως και ψυχολογικά οι άνθρωποι νοιώθουν σαν χωρισμένοι). Έτσι λοιπόν, το εάν δικαιούνται να τελέσουν γάμο είναι τόσο αμφίβολο όσο και στην περίπτωση που θα ήταν παντρεμένοι και διαζευγμένοι. Ο γάμος τους δεν είναι πρώτος αλλά δεύτερος (ή και τρίτος, τέταρτος, πέμπτος, ανάλογα τον αριθμό των σχέσεων που έχουν προηγηθεί). Ίσως αυτό θεωρηθεί κάπως υπερβολικό, αλλά δεν πρόκειται για πονηριά (εκ μέρους του μελλοντικού ζεύγους) και υποκρισία (εκ μέρους της εκκλησίας) το να αψηφήσουμε μία ζωή μακροχρόνιων προγαμιαίων σχέσεων (ή ακόμη και συμβιώσεων) που προηγούνται του τυπικού γάμου; Από την άλλη συμβαίνει να απαγορεύουμε τον τυπικά δεύτερο γάμο σε κάποιους που είχαν μόνο μία σχέση, τον πρώτο γάμο τους και μετά από κάποια χρόνια να χωρίσουν; Πολλοί νεαροί Χριστιανοί διατηρούν την αγνότητα μέχρι το γάμο τους, και συμβαίνει ύστερα από κάποια χρόνια να χωρίσουν. Σ’ αυτούς απαγορεύεται ο δεύτερος γάμος και είναι καταδικασμένοι σε ισόβια αγαμία, ενώ σε άλλους που έχουν συνάψει πολλές σχέσεις «πορνείας», πολλούς ουσιαστικά γάμους, τώρα είναι ελεύθεροι να κάνουν τον πρώτο τους γάμο (ουσιαστικά τον πολλοστό τους γάμο) !
Η εξέτασή μας του θέματος του δεύτερου γάμου, δεν έχει σαν σκοπό να «απελευθερώσει τις συνειδήσεις των ανθρώπων από ενοχές», ώστε να χωρίζουν ασύστολα και ανεύθυνα, χωρίς φόβο Θεού και ντροπή ανθρώπων. Το αντίθετο, να τους κάνει υπεύθυνους και να γνωρίζουν τις υποχρεώσεις τους ως παντρεμένων και ως χωρισμένων, απέναντι στον σύντροφό τους και στον Θεό.
Το δεύτερο άκρο, ο μοντερνισμός, η δήθεν προοδευτικότητα, η τάση να γίνουμε αποδεκτοί από την κοινωνία, η πίεση από τους κοσμικούς άρχοντες, έσπρωξαν άλλες Εκκλησίες όπως η Αγγλικανική, η Ορθόδοξη, η Λουθηρανική, και πολλές Διαμαρτυρόμενες στο να επιτρέπουν τον δεύτερο γάμο, χωρίς όμως να έχουν σοβαρά και δικαιολογημένα με βάση τη Βίβλο επιχειρήματα για κάτι τέτοιο. Πρόκειται δηλαδή για συμβιβασμό, υποκρισία και ομολογία ανυπακοής σε αυτό που θεωρούν ως ορθή ερμηνεία των λόγων του Χριστού – επειδή ακόμη και αυτές οι Εκκλησίες θεωρούν πως ο Χριστός απαγορεύει τον δεύτερο γάμο, αλλά οι Χριστιανοί πολλές φορές από αδυναμία δεν μπορούν να υπακούσουν την εντολή του Χριστού. Το κίνητρο της συμμόρφωσης προς τα κοσμικά κοινωνικά πρότυπα είναι πολύ επικίνδυνο, ιδιαίτερα σε θέματα γάμου και ηθικής, γιατί με βάση αυτό έχουν φτάσει (μάλλον έχουν ξεπέσει) μερικές εκκλησίες σε απίστευτη ευθυγράμμιση με τα διεφθαρμένα αυτά πρότυπα, εγκρίνοντας και τις προγαμιαίες σχέσεις, ακόμη και την ομοφυλοφιλία!
Και οι δύο αυτές στάσεις που ακολούθησε η Εκκλησία, της πλήρους απαγόρευσης δεύτερου γάμου και της πλήρους ελευθερίας, είναι λανθασμένες, γιατί δεν υπάρχει ορθή κατανόηση των Ευαγγελίων. Αυτό είναι αναπόφευκτο, γιατί στερούνταν το ιουδαϊκό υπόβαθρο των Ευαγγελίων: της Παλαιάς Διαθήκης, της Εβραϊκής γλώσσας, και της ραβινικής παράδοσης της εποχής του Χριστού. Η περιφρόνηση που είχαν οι Χριστιανοί θεολόγοι για την Παλαιά Διαθήκη και τους Εβραίους, τους έκανε να θεωρούν άχρηστη τη γνώση της Εβραϊκής/Αραμαϊκής γλώσσας που μιλούσε ο Χριστός, του Μωσαϊκού Νόμου και της Προφορικής Παράδοσης – με δύο λόγια της θρησκείας και του λαού μέσα στον οποίο έζησε και δίδαξε ο Υιός του Θεού.
Τελειώνοντας, θα θέλαμε να τονίσουμε πως η αποδοχή δεύτερου γάμου δε θα πρέπει να γίνεται άκριτα, αλλά υπό προϋποθέσεις (δηλ. όταν ο χωρισμός δεν έχει γίνει λόγω εκ των προτέρων επιθυμίας για άλλη γυναίκα/άνδρα), και σε καμία περίπτωση το ότι επιτρέπεται το διαζύγιο δεν πρέπει να αποτελέσει αφορμή για ευκολότερο χωρισμό ζευγαριών, γιατί πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι κάθε χωρισμός ισοδυναμεί με έναν θάνατο, ψυχικό και πνευματικό (αν μάλιστα υπάρχουν και παιδιά, τότε συντελείται θάνατος και σ’ αυτά). Η διάκριση και η σοφία όμως στο ζήτημα αυτό θα αποτρέψει ποιμένες και ποιμενόμενους από το να πέφτουν σε ακραίες και καταστροφικές καταστάσεις αναγκαστικής μη ηθελημένης αγαμίας ή υποκριτικής συμβίωσης με μίσος για τον σύζυγο και πικρία για τον Θεό, που δήθεν δεν επιτρέπει να ελευθερωθούμε από την τυραννία ενός νεκρού γάμου.
Αυτό που χρειαζόμαστε ως πιστοί του Ιησού Χριστού είναι να ανακαλύψουμε μέσα από τις καταστάσεις της καθημερινής επίγειας ζωής και να βιώσουμε τις ίδιες αξίες με εκείνες του Υιού του Θεού, του μόνου Αληθινού, Σοφού, Δικαίου και Ελεήμονος Βασιλιά: την Αλήθεια, τη Σοφία, τη Δικαιοσύνη και την Αγάπη. Και ζώντας σωστά στον κόσμο αυτόν, θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ζούμε στο μελλοντικό αναστημένο κόσμο: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν».
[1] Φυσικά αυτό δεν είναι το μόνο παράδειγμα εκκλησιαστικής πρακτικής αντίθετης προς την Αποστολική διδασκαλία: π.χ. η Ορθόδοξη και Καθολική Παράδοση επιβάλλουν αγαμία στους κληρικούς τους, ενώ ο Παύλος ρητά λέει πως και οι διάκονοι και οι επίσκοποι πρέπει να είναι άνδρες μίας γυναίκας. Αυτό το παράδειγμα δεν το αναφέρουμε τυχαία, αλλά όπως θα εξετάσουμε παρακάτω, η Εκκλησία των πρώτων αιώνων ήταν εναντίον του γάμου γενικά, έτσι πόσο μάλλον να επέτρεπε σε έναν πιστό να ξαναπαντρευτεί!
[2] Η πνευματικότητα και θεολογία της Χριστιανικής Εκκλησίας όπως διαμορφώθηκε από τον 1ο αιώνα μ.Χ. και μετά, κάτω από την επίδραση της ελληνιστικής φιλοσοφίας, είναι ένα τεράστιο θέμα και υπάρχει άφθονη ξένη και αρκετή ελληνική βιβλιογραφία. Το αναμφισβήτητο συμπέρασμα που βγαίνει από την ιστορική έρευνα είναι το ότι ο νεογέννητος Χριστιανισμός επηρεάστηκε πιο πολύ από τους Εθνικούς φιλοσόφους παρά από τους Ιουδαίους Ραβίνους από τους οποίους προερχόταν οι έννοιες και η πνευματικότητα του Ιησού Χριστού και των Ιουδαίων Αποστόλων-Ιδρυτών της Εκκλησίας. Η Ιουδαϊκή πνευματικότητα, βασιζόμενη στην Π. Διαθήκη, όχι μόνο αναγνώριζε τον γάμο, την ερωτική σχέση και την τεκνογονία ως θεόδοτους θεσμούς, αλλά και τους πρόβαλλε ιδιαίτερα από πνευματική άποψη. Ο γάμος και η τεκνογονία ήταν υποχρεωτικά για τους Ραβίνους, και όχι μόνον δεν θεωρούνταν εμπόδια για τη σωτηρία και την πνευματική ζωή, αλλά ήταν απαραίτητα για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα, πηγή χαράς και θεϊκής ευλογίας.
Επιμέλεια κειμένου
Γιώργος Οικονομίδης
************
Στην ανάγνωση του παραπάνω άρθρου, ένας φίλος, ο Νίκος, μας απέστειλε την παρακάτω άποψη του Ραβίνου Ααρόν Ρός όπου και αναπτύσσει την Ιουδαϊκή συνήθεια για το διαζύγιο, σε αντίθεση με όσους υποστηρίζουν ότι και οι Εβραίοι είναι αντίθετοι στην έκδοση διαζυγίου. Ευχαριστούμε τον φίλο μας.
Ποια είναι η άποψη του Ιουδαϊσμού για το διαζύγιο;
Από τον Άαρον Μος
Ερώτηση:
Ποια είναι η άποψη του Εβραϊσμού για το διαζύγιο; Εάν οι ψυχές ενώνονται κάτω από τη Χουπά, μπορούν στη συνέχεια να χωριστούν;
Απάντηση:
Όταν ένα ζευγάρι τελεί Εβραϊκή, γαμήλια τελετή, οι ψυχές του γίνονται ένα. Μοιάζει με πνευματική επέμβαση κατά την οποία, δύο διαφορετικά όντα συνενώνονται σε ένα νέο σύνολο. Η Εβραϊκή διαδικασία διαζυγίου είναι η αντίστροφη της προηγούμενης. Είναι ένας πνευματικός ακρωτηριασμός που αποχωρίζει το ένας μέρος της ενωμένης ψυχής από το άλλο, δημιουργώντας δύο διαφορετικές οντότητες.
Το διαζύγιο, όπως και ο ακρωτηριασμός, είναι τραγωδία, αλλά μερικές φορές είναι το σωστό. Η συμπεριφορά μας προς το διαζύγιο μοιάζει σε πολλά σημεία με τη άποψή μας για έναν ακρωτηριασμό.
Είναι επίπονα. Όταν ένα άκρο φτάσει σε τέτοιο σημείο μόλυνσης που να απειλεί και το υπόλοιπο σώμα, ο ασθενής έρχεται αντιμέτωπος με μια φριχτή επιλογή: να υπομείνει τον πόνο του ακρωτηριασμού ή να αφήσει τα πράγματα ως έχουν. Εάν οι μελλοντικοί κίνδυνοι είναι μεγαλύτεροι από αυτόν τον πόνο, το σωστό είναι να κοπεί το άκρο. Παρομοίως, το διαζύγιο είναι οδυνηρό για όλους τους εμπλεκόμενους, αλλά είναι η σωστή επιλογή όταν η παραμονή σε μια άρρωστη σχέση προκαλεί μεγαλύτερη καταστροφή, πόνο και στενοχώρια.
Είναι η έσχατη λύση. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να αποφύγουμε τον ακρωτηριασμό. Εάν υπάρχει και η παραμικρή πιθανότητα να σωθεί το άκρο, αξίζει η προσπάθεια ακόμα κι αν αυτό απαιτεί πολύ κόπο και έξοδα. Μόνο όταν έχουμε εξαντλήσει όλες τις άλλες πιθανότητες, καταλήγουμε στον ακρωτηριασμό. Το ίδιο συμβαίνει και με το διαζύγιο. Ενδείκνυται μόνο όταν όλες οι συζητήσεις και οι σοβαρές προσπάθειες αποδειχθούν άκαρπες.
Δεν είναι ένα «Σχέδιο Β». Ο ακρωτηριασμός δεν αποφασίζεται «ελαφρά τη καρδία». Δεν αποτελεί επιλογή όταν τα πράγματα δε λειτουργούν. Κανείς δεν επιλέγει ασυλλόγιστα να πειραματιστεί με το σώμα του και μετά να πει, «εάν συμβεί κάτι στα άκρα μου, μπορώ να τα ακρωτηριάσω». Με τον ίδιο τρόπο, δεν αποφασίζουμε έναν γάμο λέγοντας, «αν δεν πετύχει μπορούμε πάντα να πάρουμε διαζύγιο». Το διαζύγιο δεν πρέπει επουδενί να αποτελεί παράγοντα στην απόφαση του γάμου. Ο γάμος είναι παντοτινός και δεν υπάρχει «Σχέδιο Β».
Η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία. Κάποιος που έχει ακρωτηριαστεί, μπορεί να ζήσει μια ευτυχισμένη και ολοκληρωμένη ζωή. Μπορεί μάλιστα να είναι πολύ καλύτερα μετά την επέμβαση. Εάν ωστόσο είχε την ευκαιρία να ξαναζήσει, σε καμία περίπτωση δε θα διάλεγε να περάσει την ίδια δοκιμασία για δεύτερη φορά. Έτσι και το διαζύγιο είναι πιθανόν να οδηγήσει στην ευτυχία και η πραγματική αγάπη να έρθει μετά τη διάλυση μιας σχέσης. Ωστόσο θα ήταν προτιμότερο να επιτύχουμε κάτι τέτοιο, χωρίς να περάσουμε τον πόνο του διαζυγίου.
Συχνά, όταν ένα ζευγάρι χωρίζει, η απάντηση δεν πρέπει να είναι «γιατί χώρισαν;», αλλά «γιατί παντρεύτηκαν;». Σε πολλές περιπτώσεις οι άνθρωποι χωρίζουν για τη σωστή αιτία και παντρεύονται για λάθος λόγους. Τα υψηλά ποσοστά διαζυγίων δεν θα πρέπει να μας αποθαρρύνουν από την ιδέα του γάμου, αλλά να μας κάνουν να παίρνουμε το γάμο στα σοβαρά και να βεβαιωνόμαστε ότι επιλέγουμε το σωστό σύντροφο για τους σωστούς λόγους. Ποιοι είναι οι σωστοί λόγοι; Αυτό είναι ένα άλλο ερώτημα.
Ο Ραβίνος Άαρον Μος διδάσκει Καμπάλα, Ταλμούδ και Ιουδαϊσμός στο Σύδνεϋ, Αυστραλία
Το παρόν άρθρο βρίσκεται στην διεύθυνση:
http://www.chabad.gr/templates/articlecco_cdo/aid/537196
*****************************************************Τό παραπάνω άρθρο (μέρος 1ον καί μέρος 2ον) δημοσιεύτηκε στό Facebook όπου καί διαβάζοντας το θέλησα να τό αναδημοσιεύσω καί στόν παρόντα Ιστοχώρο. Έγιναν κάποια σχόλια -θετικά καί αρνητικά- για τήν τοποθέτηση τού συγγραφέα και στά σχόλια αυτά έκανα και εγώ τήν παρέμβαση μου η οποία καί ακολουθεί. Πιστεύω δέ, ότι μόνο με ανοιχτό μυαλό και ταπείνωση πνεύματος μπορούμε να δούμε την Αλήθεια τού Ευαγγελίου κατάματα, δίχως δογματισμούς καί αναθεματισμούς στούς… αμαρτάνοντας, διότι απλά καί μόνο ανήκουν αλλού και δέν ακολουθούν την διδασκαλία, όχι τού Ευαγγελίου αλλά, την δική μας καί τού δόγματός μας. Καί εγώ προσωπικά είχα κάποιες αντιλήψεις περί "πορνείας" στόν γάμο, όπου καί έτσι αναφερόμουν στίς απαντήσεις που έδινα σε ερωτήσεις αναγνωστών μου (όπως ίσως θά διαβάσατε) αλλά στην ουσία μέσα στά πλαίσια τού γάμου η απιστία λογίζεται μοιχεία. Λεκτικό είναι τό ζήτημα θα μού πείτε, αλλά στό άρθρο ο συγγραφέας εμβαθύνει αποκαλυπτικά στίς ορολογίες τού Λόγου τού Θεού και στην Εβραϊκή ορολογία καό νοοτροπία ούτως ώστε και οι δικές μου γνώσεις εμπλουτίστηκαν.
Ακολουθεί η επιστολή μου στό Facebook.
Sporeas Gr:
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Διάβασα με μεγάλη προσοχή το άρθρο για τον δεύτερο γάμο, όπου και το αποθήκευσα να το αναδημοσιεύσω στην Ιστοσελίδα μου. Σωστή τοποθέτηση και εμβάθυνση σε ιστορικοδογματικές αναζητήσεις.
Παρατηρώ τις ενστάσεις κάποιων αδελφών –που σέβομαι- αλλά δέν είδα να κάνουν κάποια επεξήγηση σύμφωνα με την Εβραϊκή ορολογία παρά μόνο μένουν στο γράμμα επαναλαμβάνοντας συνεχώς τα ίδια εδάφια ώς έχουν.
Πέραν τούτου, το να είμαστε απόλυτοι σε κάτι «αβέβαιο» δέν συνιστά Χριστιανούς του Πνεύματος και κατά συνέπεια πρέπει να λαμβάνουμε σοβαρά υπ’ όψιν κάποιες αναλύσεις του Λόγου του Θεού, περνώντας τες όμως πάντοτε από το κόσκινο της αλήθειας, και άν αντέχουν στην σοβαρή έρευνα τότε ας αναπροσαρμόσουμε τυχόν λανθασμένες απόψεις μας δεχόμενοι την αποκαλυπτόμενη αλήθεια.
Όσοι ενάντια υπάρχουν στον δεύτερο γάμο, διάβασα ότι εάν κάποιοι δεχθούν την άποψη της ελευθερίας του διαζυγίου και συνάψουν δεύτερο γάμο, τότε θα είναι συνεχώς κάτω από την πορνεία, άρα στην αμαρτία… και κατ’ επέκταση… μήπως και στην κόλαση;;;
Αντιλέγω λοιπόν –σε αντίθεση με την παραπάνω άποψη- το εξής:
«Μήπως εάν επιμείνουμε στην άποψη, ότι, δέν μπορεί ο Χριστιανός να χωρίσει (έστω και για λόγους πορνείας –ή μοιχείας για άλλους-) και να ξαναπαντρευτεί, κάποιοι το εμπεδώσουν έτσι και υπό τον φόβο της αμαρτίας μένουν άγαμοι αλλά πλήρως σκανδαλιζόμενοι στη σάρκα, λόγω ακράτειας, με σκέψεις πορνικές -λόγω ακράτειας- με επιθυμίες ανεκπλήρωτες -λόγω ακράτειας- και κατά συνέπεια ο φοβούμενος την αμαρτία του δεύτερου γάμου να ζεί συνεχώς στην αμαρτία της επιθυμίας, λέω μήπως, μήπως είμαστε εμείς υπεύθυνοι της απώλειας του διότι του εμφυτεύσαμε την ιδέα της απαγόρευσης του διαζυγίου δίχως να είμαστε σίγουροι γι’ αυτό;»
Επίσης, το παράδειγμα ότι υπέφερε κάποια αδελφή από τον σύζυγο επί πολλά έτη, όπου και στο τέλος χώρισαν, και δέν επεδίωξε να ξαναπαντρευτεί, διότι… «έτσι λέει ο Λόγος του Θεού», δέν έχει βάση. Δίχως να προσβάλω την αδελφή μας, και ας με συγχωρεί, δέν λαμβάνουμε καθώς φαίνεται υπ’ όψιν και τις συγκυρίες, δηλαδή την ηλικία –εάν είναι περασμένη- τις γενετήσιες ορμές –εάν είναι «νεκρωμένες», και τόσα άλλα, όπου δέν υπάρχει πλέον επιθυμία σαρκική, και εκ του ασφαλούς εκτοξεύουμε «αναθεματισμούς» στους νεαρούς διαζευγμένους που δέν έχουν εγκράτεια στη σάρκα, διότι δέν τους δόθηκε ως χάρισμα από τον Κύριο.
Ανεχθείτε ένα παράδειγμα -ζωντανό παρακαλώ- το οποίο είμαι γνώστης από πρώτο χέρι και γνωρίζω του λόγου το αληθές, αν και εν περιλήψει το μοιράζομαι:
«Έγινε γάμος. Ο αδελφός είναι υπέρ της οικογένειας. Η «αδελφή» -τα εισαγωγικά αξίζουν- από την αρχή κιόλας έδειξε τον σατανικό της χαρακτήρα. Συμπεριφερόταν στην κεφαλή της «τον άνδρα δηλαδή» σάν να ήταν τα πόδια της. Φωνές και επιπλήξεις κατά του αδελφού –για «ψήλου πήδημα»- ήταν καθημερινό φαινόμενο. Καταπίεση ψυχολογική κατά του ανδρός σε κλίμακα υψηλή. Όταν του φώναζε, έβγαζε ΑΦΡΟΥΣ από το στόμα και καλούσε την αστυνομία όπου και έφτανε στο λεπτό. Πετούσε τον αδελφό η αστυνομία έξω από το σπίτι δίχως αυτός να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του λόγω της Αγγλικής γλώσσας που δέν μιλούσε καλά. Έγινε εν συνόλω 4 φορές. Μιλάμε για Αυστραλία αδέλφια μου, όπου η γυναίκα είναι σε θέση υψηλότερη από τον… «άθλιο» άντρα.
Στην Εκκλησία (Ευαγγελική) ήταν πρώτη, και το χα χα χα, – χα χα χου, δέν έλειπε από τα χείλη της… υποκριτικά δηλαδή. Ο αδελφός είχε διακονία Χριστιανική σε Ραδιοσταθμό με Χριστιανικά μηνύματα και μετάδοση του Ευαγγελίου και της Αγάπης του Χριστού. Όταν τελείωνε και πήγαινε στο σπίτι, τον περίμενε και πάλι το όργανο του σατανά, και του έβαζε τις –«χριστιανικές» αφρισμένες- φωνές της, λέγοντας του: «Είσαι διάβολος, είσαι σατανάς. Οι διάβολοι μιλάνε στα ραδιόφωνα». Μετά από υπομονή δύο περίπου ετών, εγκατέλειψε την διακονία του αυτή στο ραδιόφωνο. Η αιτία; Την καταλάβατε μόλις.
Σαρκική επαφή είχαν 5-6 φορές τον… ΧΡΟΝΟ, και όταν ζητούσε κάτι τέτοιο ο αδελφός, πάλι η ίδια –αφρισμένη- αντιμετώπιση: «Βρωμιάρη, όλο το sex σκέπτεσαι». Οι πειρασμοί στον αδελφό πάμπολλοι, όμως κρατούσε την θέση του, και το αντιλαμβάνεστε αυτό νομίζω. Το άγριο (σε αντίθεση με το Άγιο) πνεύμα που κατοικούσε μέσα στην «αδελφή» αυτή, δέν περιγράφεται. Κατηγορούσε πάντα τον αδελφό ως ανίκανο να κάνει παιδιά και ζητούσε επίμονα παιδί. Όταν γεννήθηκε το πρώτο παιδί το «βάρος» έπεσε στον αδελφό. Στο δεύτερο παιδί ήθελε κρυφά από τον αδελφό η… «αδελφή» μας να το ρίξει στο νοσοκομείο που βρέθηκε. Στο δικαστήριο που έγινε αργότερα για τα παιδιά (θα φτάσω και εκεί) υποστήριξε η «αδελφή» -που ήθελε απεγνωσμένα παιδί και κατηγορούσε ως ανίκανο στον άνδρα της-, ότι αυτός την βίασε και της έκανε τα παιδιά, διότι απλά αυτή… δέν ήθελε παιδιά.
Η κόλαση του αδελφού διήρκησε από το 1994 έως το 2003. Έσπασε εντελώς το παιδί. Τα λόγια ηχούν στα αυτιά μου: «Ή θα τρελαθώ ή θα την σκοτώσω και θα πάω φυλακή, δέν αντέχω πλέον να γίνεται αυτό μπροστά στα παιδιά». Δέν μπορούσε όμως εύκολα να «επαναστατήσει», διότι φοβόταν,… την φοβόταν. Έτρεμε στην ιδέα της αστυνομίας στην πόρτα τους και πάλι. Βλέπετε, ήλθε ώς τουρίστας στην Αυστραλία και παντρεύτηκε εδώ και έμεινε. Κορίτσι της Εκκλησίας –έλεγε- να είναι, και ότι θέλεις ας είναι, εννοώντας την εξωτερική εμφάνιση διότι έδιδε προτεραιότητα στην εσωτερική εμφάνιση. Και έπεσε και εκεί έξω.
Με λίγα λόγια, για να αποφύγει να την «σκοτώσει» (τρόπος του λέγειν, δηλαδή για εκτόνωση, διότι ούτε σκουλήκι δέν πατά) κατάφερε να κάνει αυτό που ήταν δειλός να κάνει. Μάζεψε την μικρή του βαλίτσα και έφυγε από το σπίτι για να ελευθερωθεί. Δέν ελευθερώθηκε όμως. Ο «καρκίνος της ψυχής του» τον ακολουθούσε όπου και να πήγαινε. Τηλεφωνικά και πάλι συνεχιζόταν η –αφρισμένη- οργή της «αδελφής». Φόβος παντού. Η ψυχή βασανισμένη και σκανδαλισμένη. Κατάμαυρη από την σατανική επιρροή της «αδελφής».
Τα παιδιά του δέν μπορούσε να τα βλέπει συχνά, διότι έπρεπε πρώτα να… πληρώνει για να τα βλέπει. Κάτι σαν… εισιτήριο δηλαδή, σαν εξαγορά. Για κάποια χρόνια ζούσε έτσι με την ελπίδα να βλέπει τα παιδιά όταν η «αδελφή» ήταν στα «καλά της» για να το επιτρέψει. Δέν πήγαινε άλλο η κατάσταση και η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια, όπου η «αδελφή» υποστήριξε τα παραπάνω που έγραψα περί βιασμού. Μετά από 3 συνεδριάσεις βλέπει πλέον τα παιδιά του και με τον νόμο, κάθε 15 μέρες έχοντας τα 3 βράδυα μαζί του. Το δηλητήριο που τα πότιζε η «αδελφή» ενάντια στον πατέρα τους δέν περιγράφεται. Όμως, αν και μπορούσε ο αδελφός να κάνει το ίδιο, λόγω της δίκαιας οργής που συσσωρεύτηκε μέσα του, δέν το έκανε, απεναντίας συμβούλευε τα παιδιά να αγαπούν την μητέρα τους και με την δική του αγάπη κέρδισε τα παιδιά του.
Είναι περίπου 8 χρόνια μόνος του ο αδελφός, δίχως καμιά σαρκική επαφή με γυναίκα, με πολλούς και δυσβάστακτους πειρασμούς, όπου τελικά δέν νομίζει ότι θα καταφέρει να μείνει έτσι.
Η άποψη κάποιων αδελφών που «απαγορεύουν» εκ του ασφαλούς τον δεύτερο γάμο (διότι αυτοί έχουν το θηλυκό πάντα στην διάθεση τους ή δέν έχουν ανάγκη από αυτό για πολλούς λόγους) τον κρατούσε σε βασανιστική αμφιβολία, ενώ πάμπολλοι πειρασμοί τον βασανίζουν. Είναι νέος σχετικά, στα 50 του. Η κατάθλιψη κόντεψε να τον αποτελειώσει. Κάποιες φορές σκέφτηκε να βάλει τέλος στη ζωή του. Η σκέψη της απόγνωσης μάλλον, διότι εφόσον δέν πατούσε ούτε σκουλήκι δέν θα μπορούσε να κάνει κακό ούτε στον εαυτό του πιστεύω».
Λίγα είναι αυτά που έγραψα από το δράμα αυτό του αδελφού μας.
Πείτε μου λοιπόν, όσοι υποστηρίζετε ότι είναι αμαρτία ο δεύτερος γάμος με τέτοια δράματα οικογενειακά, και όσοι λέτε το αντίθετο, τί θα λέγατε στον αδελφό αυτόν όταν τον είχατε κατά πρόσωπο; Μή ξαναπαντρευτείς γιατί θα πάς στην κόλαση (ο μισθός της αμαρτίας δηλαδή), ή ότι σύμφωνα με τον Λόγο του Θεού και ανάλογα της κατάστασης που είναι «λελυμένος από γυναικός» μπορεί να ξαναφτιάξει τη ζωή του;
Αν δέν μπορείτε αδέλφια μου να του πείτε κάτι, τότε μείνετε στις απόψεις σας και εφαρμόστε τις στον εαυτό σας όταν «κτυπήσει το πρόβλημα και την δική σας πόρτα». Θέλω να πώ, ότι, καλή η ανταλλαγή απόψεων, όμως να μή γίνεται απόλυτα και με φανατισμό, διότι ο Κύριος:
«… έκαμεν ημάς ικανούς να ήμεθα διάκονοι της καινής διαθήκης, ουχί του γράμματος, αλλά του πνεύματος, διότι το γράμμα θανατόνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί» [Β’ Κορινθίους: γ’ 6].
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ.
*******************************
Πέραν τούτου, αισθάνομαι σήμερα την ανάγκη να συμπληρώσω στήν παραπάνω επιστολή μου, ότι, εάν όντως ο αδικημένος καί τό αθώο θύμα ενός αποτυχημένου γάμου είναι καταδικασμένος από τόν Θεό να πονά, να υποφέρει, να στερείται και να σκανδαλίζεται, έ, τότε ένα τέτοιον "θεό" να τόν χαίρεστε φίλοι μου… σας τόν χαρίζω.
Τό σίγουρο είναι ότι μάλλον θα πρέπει να ψάξετε να βρείτε τόν Αληθινό Θεό τής Αγάπης που η Βίβλος μας δείχνει καί όχι τόν "θεό" τού δόγματος σας και της εκκλησίας σας… αδελφοί μου, καθώς καί να μελετάτε ορθά τόν Λόγο τού Θεού, όχι τό γράμμα του αλλά τό πνεύμα του.
Γιώργος Οικονομίδης
Για πλήρη κατανόηση τού άρθρου "μέρος 2ον" σας συνιστούμε νά διαβάσετε επίσης καί τό πρώτο μέρος: