Κάποτε πολύτιμη, αναπαύεται τώρα
στην άκρη του δρόμου
αφήνοντας ελεύθερη την κυκλοφορία
στα άλλα οχήματα
Τα χρόνια που ήμασταν μικροί, οι μπουλντόζες εμφανίστηκαν στη ζωή μας σαν μηχανήματα-θαύματα. Μέχρι τότε όλα τα έργα στους δρόμους γίνονταν με τα χέρια. Με τα χέρια έσκαβαν, με τα χέρια φτυάριζαν, με τα χέρια έσπρωχναν τα καροτσάκια, με τα χέρια φόρτωναν, με τα χέρια… και όλα απαιτούσαν πολύ καιρό.
Ύστερα παρουσιάστηκαν οι μπουλντόζες. Τώρα όλα γίνονταν εύκολα και γρήγορα. Ένας δρόμος που χρειαζόταν μήνες για να κατασκευαστεί, τώρα μπορούσε να γίνει σε λίγες εβδομάδες. Και ο μεγαλύτερος πρωταγωνιστής ήταν η μπουλντόζα. Εκείνη έσκαβε, εκείνη φτυάριζε, εκείνη μετέφερε, εκείνη φόρτωνε… Ήταν ένα μηχάνημα που όλοι θαυμάζαμε.
Η αξία όμως της μπουλντόζας είναι τόση, όσο μπορεί να δουλεύει και να φέρει το έργο της στο τέλος. Ύστερα πρέπει να φύγει, “να αδειάσει τον τόπο”, να παραχωρήσει τον δρόμο που άνοιξε σε άλλα οχήματα–που δε μπορούν βέβαια να φτιάξουν δρόμους, μπορούν όμως να τρέξουν στο δρόμο που οι μπουλντόζες άνοιξαν!!!
Αν όμως μια μπουλντόζα χαλάσει στη μέση του δρόμου τι γίνεται; Αν δεν μπορεί πλέον να δουλέψει και, το χειρότερο, δε μπορεί να μετακινηθεί στην άκρη του δρόμου; Τότε η μπουλντόζα από ευλογία μετατρέπεται σε κατάρα. Αντί να διευκολύνει δυσκολεύει. Αντί να ανοίγει δρόμους γίνεται η ίδια εμπόδιο και φραγμός. Κι αν τύχει και πέσει επάνω της κάποιο άλλο όχημα, τότε η καταστροφή που θα υποστεί εκείνο είναι τεράστια.
Αλλά γιατί τα λέμε αυτά σε ένα θρησκευτικό περιοδικό; ίσως ρωτήσει κάποιος. Τι σχέση έχουν τα χωματουργικά και οδοποιητικά μηχανήματα με την πίστη του Χριστού; Πιστεύουμε ότι υπάρχει σχέση και μάλιστα η αναλογία είναι σημαντική. Ας προσέξουμε λοιπόν την ερμηνεία της “παραβολής”.
Στο έργο του Θεού υπάρχουν πάντοτε κάποιοι πιστοί που λειτουργούν σαν τις μπουλντόζες. Ανοίγουν δρόμους για το Ευαγγέλιο. Πηγαίνουν σε μέρη όπου δεν υπάρχει ευαγγελική μαρτυρία και δημιουργούν προϋποθέσεις για τη θεμελίωση και οικοδόμηση εκκλησιών. Στην επιστολή προς Εφεσίους οι άνθρωποι αυτοί ονομάζονται «ευαγγελισταί» και τοποθετούνται αμέσως μετά τους απόστολους και προφήτες, και πριν από τους ποιμένες και δάσκαλους (Εφεσ. 4/δ/11). Το έργο τους, λοιπόν, είναι σπουδαίο και σημαντικό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γράφουν ιστορία!
Τι γίνεται όμως με το πέρασμα του χρόνου; Δυστυχώς αρκετοί από αυτούς τους κατ’ αρχήν «ευαγγελιστές» κάποια στιγμή λησμονούν ότι είναι όργανα και εργαλεία που ο Θεός χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση του έργου Του και ότι, επιτέλους, ο ρόλος τους είναι προσωρινός επειδή, είτε ο Θεός τους χρειάζεται να πάνε κάπου αλλού για να επαναλάβουν το έργο για το οποίο είναι ικανοί, κατάλληλα προετοιμασμένοι και εξοπλισμένοι, είτε η διαδρομή της παραγωγικής τους ζωής τελείωσε και πρέπει να ξεκουραστούν. Τότε, επειδή χάνουν την επαφή τους με τον Κύριο της Εκκλησίας, παύουν να λειτουργούν σύμφωνα με το χάρισμά τους και προσπαθούν να αναλάβουν άλλα καθήκοντα, για τα οποία συνήθως είναι εντελώς ακατάλληλοι.
Ενώ ο δρόμος πρέπει να ανοίξει για να έρθουν άλλοι, ειδικά καταρτισμένοι ή ακόμη και νεότεροι και αρμοδιότεροι για νέες φάσεις του έργου, οι παλαιοί και πρωτοπόροι (οι “μπουλντόζες” που λέγαμε), ξεχνούν ότι την αξία την έχει ο οικοδεσπότης και όχι τα σκεύη (Β~ Τιμ. 2/β/21), «ο αυξάνων Θεός» και όχι οι «φυτεύοντες» και οι «ποτίζοντες» (Α~ Κορ. 3/γ/10), και τείνουν να αισθάνονται ως “αναντικατάστατοι” και για τούτο μόνιμοι και αμετακίνητοι.
Με τη νοοτροπία τους αυτή από εύχρηστα και πολύτιμα εργαλεία του Θεού, μετατρέπονται σε άχρηστους που μόνο κακό φέρνουν, αντί να οικοδομούν γκρεμίζουν, αντί να βοηθούν πληγώνουν, αντί να ωφελούν καταστρέφουν… κυρίως δε εμποδίζουν την πρόοδο στο έργο του Θεού.
Ενα άλλο λάθος που κάνουν αυτοί οι κατά τα λοιπά αξιόλογοι άνθρωποι, είναι ότι από κάποιο σημείο και μετά θεωρούν ότι το έργο στο οποίο εργάστηκαν “τους ανήκει”. Δένονται τόσο πολύ με αυτό, ώστε τους είναι αδύνατο να μετακινηθούν κάπου αλλού, και όταν ο Θεός τους μιλάει και τους καλεί σε κάποιον άλλο τομέα του αγρού Του, εκείνοι κάνουν πως δεν ακούν ή κλείνουν τα αυτιά τους και ως άλλοι “Ιωνάδες” επιμένουν να κάνουν “το δικό τους”.
Παρ’ όλο που γνωρίζουν ότι η εκκλησία είναι «του Θεού αγρός, του Θεού οικοδομή» (Α~ Κορ. 3/γ/9), αντιμετωπίζουν τους πιστούς και τις διακονίες ως “περιουσία” τους, που μπορούν να ορίζουν και να διαθέτουν όπως κάθε φορά τους αρέσει.
Ομως ο λόγος του Θεού έχει εντελώς διαφορετική γνώμη, και στο σημείο αυτό καλό είναι να θυμηθούμε κάποια χωρία που συστηματικά, είτε εκούσια είτε ακούσια, παραμερίζονται και δεν μελετώνται ούτε σχολιάζονται με την προσοχή που τους αξίζει. Πρόκειται για λόγια του Παύλου στους Κορίνθιους όπου, με αφορμή την προσκόλλησή τους σε διάφορες σημαντικές χωρίς άλλο προσωπικότητες της εποχής τους, κατάντησαν να λένε «Εγώ είμαι του Παύλου», «Εγώ του Απολλώ» κ.ο.κ. Για το λόγο αυτό ο Παύλος ονομάζει όλους αυτούς «σαρκικούς».
Βεβαίως, στην περίπτωση της Κορίνθου όπως γνωρίζουμε, αυτή η ταύτιση με τους θρησκευτικούς ηγέτες δεν προερχόταν από εκείνους αλλά από τους πιστούς^ ήταν εκείνοι που επέλεγαν με ποιον υπηρέτη του Κυρίου θα ταυτιστούν γι’ αυτό και ελέγχονται από τον Παύλο.
Απέναντι σ’ αυτή την ανθυγιεινή για το σώμα του Χριστού κατάσταση, ο Απόστολος βάζει τα πράγματα στη σωστή βάση διδάσκοντας: «Μηδείς ας μη καυχάται εις ανθρώπους· διότι τα πάντα είναι υμών, είτε Παύλος είτε Απολλώς είτε Κηφάς είτε κόσμος είτε ζωή είτε θάνατος είτε παρόντα είτε μέλλοντα, τα πάντα είναι υμών, σεις δε του Χριστού, ο δε Χριστός του Θεού» (Α~ Κορ. 3/γ/21-23).
Αντίθετα, λοιπόν, από την τάση που είχαν αναπτύξει και ένιωθαν ότι ανήκουν στους πνευματικούς τους «πατέρες» ή «διδασκάλους», ο Παύλος αποσαφηνίζει ότι είναι οι δεύτεροι που ανήκουν στο σώμα της Εκκλησίας και τους πιστούς της κάθε χριστιανικής σύναξης. Δεν πρέπει να καυχάστε σε ανθρώπους, τους λέει, επειδή αυτοί οι οπωσδήποτε άξιοι άνθρωποι ΑΝΗΚΟΥΝ Σ’ ΕΣΑΣ. «Είτε Παύλος είτε Απολλώς είτε Κηφάς είτε κόσμος είτε ζωή είτε θάνατος είτε παρόντα είτε μέλλοντα, τα πάντα είναι υμών». Δεν ανήκετε εσείς σ’ αυτούς αλλά εκείνοι σ’ εσάς. Και τούτο επειδή ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ανήκετε στον Χριστό.
Οι ευαγγελιστές, οι δάσκαλοι, οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι, δεν θα είχαν καμία αξία χωρίς Χριστό και Εκκλησία. Αποκτούν λόγο ύπαρξης χάρη στο σώμα του Χριστού, που αποτελείται από «μέλη πολλά» (Α~ Κορ. 12/ιβ/12).
Η εκκλησία, συνεπώς, δεν είναι κτήμα ή απόκτημα των υπηρετών της αλλά η αιτία της παρουσίας τους, για τούτο δεν έχει κανείς δικαίωμα να τη διαχειρίζεται ως κληροδότημα ή κληροδοτούμενο. Δεν μπορεί να την κληρονομήσει από τον πατέρα του ούτε να την μεταβιβάσει στα παιδιά του – όπως δυστυχώς γίνεται από κάποιους με τόσα κακά αποτελέσματα. Αν κάποιος θέλει να είναι “δεσπότης” ας αποκτήσει περιουσία με τη δική του αξία και εξυπνάδα, όχι με τη διδασκαλία και το αίμα του Χριστού.
Η Εκκλησία δεν ανήκει σε ανθρώπους, γι’ αυτό μιλώντας ο Παύλος στους πρεσβύτερους της Εφέσου πρότρεψε: «Προσέχετε εις εαυτούς και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το Άγιον σας έθεσεν επισκόπους, διά να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε διά του ιδίου αυτού αίματος» (Πράξ. 20/κ/28).
Αν κάποιος μπορεί να αποκτήσει κάτι «διά του ιδίου αυτού αίματος», τότε ας κάνει και ό,τι θέλει με το απόκτημά του. Όσον αφορά όμως την εκκλησία, αυτή δεν είναι των ποιμένων αλλά «ΤΟΥ ΘΕΟΥ», είτε αυτό ακούγεται καλά είτε όχι.
Αν λοιπόν αδελφέ μου σε χρησιμοποίησε κάποτε ο Θεός σαν μια “μπουλντόζα”, για να μετακινήσεις εμπόδια και να ανοίξεις δρόμους, ευχαρίστησε τον Θεό γι’ αυτή την τιμή που σου έκανε. Όμως μην ξεχάσεις ποτέ ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος σου. Υπήρξες πολύτιμος για ένα συγκεκριμένο έργο και ο κόπος σου δεν πρόκειται να μείνει χωρίς αμοιβή από τον Θεό. Όπως όμως κανείς δε θα επιχειρούσε ποτέ να μεταφέρει έναν τραυματία με μπουλντόζα, επειδή είναι ένα αργοκίνητο όχημα, έτσι και στο έργο του Θεού υπάρχουν άλλα χαρίσματα που καλούνται να συνεχίσουν το έργο του πρωτοπόρου. Παραμέρισε, λοιπόν, και άφησε χώρο για να εργαστεί ένα άλλο χάρισμα. Εκείνο που μπορεί να χτίσει, να γιατρέψει, να παρηγορήσει…
Αλλά κι εσύ απλέ αδελφέ, μη νιώθεις παραμελημένος και άχρηστος. Η αξία δεν είναι στον εαυτό μας αλλά στον τρόπο που μπορεί να μας χρησιμοποιήσει ο Θεός. Μερικές φορές μάλιστα η αξία μας έγκειται μόνο στο να είμαστε καθαροί και διαθέσιμοι, «σκεύος τιμίας χρήσεως, ηγιασμένον και εύχρηστον εις τον δεσπότην, ητοιμασμένον εις παν έργον αγαθόν» (Β~ Τιμ. 2/β/22).
Σημασία δεν έχει αν είσαι μπουλντόζα. Σημασία έχει αν –είτε μπουλντόζα είσαι ή φτυάρι ή έστω και ένα μικρό μυστρί– να είσαι αγιασμένος και για τούτο εύχρηστος στη διάθεση του μεγάλου αρχιμάστορα, του Χριστού.
Κι’ αν ίσως κάποτε φεύγει αυτό από το νου μας, καλό είναι να θυμόμαστε το παράδειγμα του Βαπτιστή Ιωάννη, που για τον εαυτό του έλεγε: «Εκείνος πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττόνωμαι» (Ιωάν. 3/γ/30).
Αναδημοσιεύεται απο το Περιοδικό “ΤΥΧΙΚΟΣ”