Ερωτήσεις αναγνωστών και οι απαντήσεις μας.

 

NAME: Χρυσούλα Κωνσταντίνου

COUNTRY: Ελλάδα

 

ΕΡΩΤΗΣΗ: Καλησπέρα σας κύριε Οικονομίδη και τα συγχαρητήρια μου για την υπέροχη ιστοσελίδα σας. Δεν θα μακρολογήσω, έχω δύο βιβλικές ερωτήσεις.

1) Στο εδάφιο “Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω.” Ματθ.5:17, δεν μπορώ να καταλάβω τα λόγια του Κυρίου μας «..να καταλύσω το νόμο». Διότι μετά μιλάει ότι τον εκπλήρωσε.

2) Στο θέμα του όρκου, εμείς οι αναγεννημένοι Χριστιανοί πρέπει να βαδίζουμε σύμφωνα με την Π. Διαθήκη ή με τα λόγια του Χριστού: “Πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, Μη επιορκήσης, αλλά εκπλήρωσον εις τον Κύριον τους όρκους σου. Εγώ όμως σας λέγω να μη ομόσητε μηδόλως· μήτε εις τον ουρανόν, διότι είναι θρόνος του Θεού”. Σας ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ. Ο Θεός να σας ευλογεί πάντα.

 

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αγαπητή Χρυσούλα,

Ευχαριστούμε, κατ’ αρχήν, για τα καλά σου λόγια. Αυτό που λες ότι δεν μπορείς να καταλάβεις, για την «κατάλυση του Νόμου» από τον Κύριο μας, θα πρέπει πρώτα να αναλύσουμε την έννοια της «καταλύσεως» για να βρούμε την απάντηση.

«Κατάλυση» σημαίνει, καταρρίπτω, καταστρέφω, διαγράφω, που κατ’ επέκταση είναι η πλήρης αντιστροφή σε αυτό που δόθηκε από πρίν, και στην περίπτωση μας είναι ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης.

Ο Νόμος δόθηκε από τον Θεό και ελεγχόταν από τον Θεό. Εύλογο είναι ότι ο Κύριος μας δεν θα έκανε κάτι που θα ήταν αντίθετο με το θέλημα του Θεού, απεναντίας, τόνισε με έμφαση ότι δεν ήταν σκοπός Του να καταργήσει τον Νόμο του Θεού, αλλά να τον εκπληρώσει. Πώς όμως θα τον εκπλήρωνε; Καλό είναι να έχουμε υπ’ όψιν μας, ότι, ο Νόμος της Π.Δ. είχε να κάνει με διατάξεις πράξεων, είχε να κάνει με τα έργα του Νόμου –όπως οι διατάξεις στις σημερινές θρησκείες, Ορθοδοξία, κ.α.- ενώ έλειπε από αυτόν τον Νόμο το ηθικό κομμάτι, ο ηθικός Νόμος του Θεού. Ο ηθικός αυτός Νόμος έπρεπε να προστεθεί στον ήδη υπάρχοντα Νόμο των έργων και των διατάξεων, και ο Κύριος μας λέγοντας ότι ήλθε να εκπληρώσει τον Νόμο, αυτό και έκανε. Επέβαλε τον ηθικό Νόμο στις καρδιές των ανθρώπων με την –μια από τις πολλές σπουδαίες- έκφραση:

«Ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, μη μοιχεύσης, Εγώ όμως σας λέγω…» κ.λ.π.,

και αυτό το «ΕΓΩ ΟΜΩΣ ΣΑΣ ΛΕΓΩ» είναι που κάνει την διαφορά στην εξουσία της εκπλήρωσης το Νόμου από τον Ιησού Χριστό. Να μη μοιχεύσεις ήταν νόμος στους Ισραηλίτες όπου ετιμωρείτο δια λιθοβολισμού, και ο Κύριος δεν τον κατήργησε, αλλά απεναντίας τον εκπλήρωσε δίνοντας τους να καταλάβουν ότι εάν επιθυμούσαν στην καρδιά τους μια ξένη γυναίκα, ήταν το ίδιο με την σαρκική μοιχεία, όπου και τα δυό επέφεραν την ποινή της «γέεννας του πυρός».

Το ίδιο βλέπουμε και για τον φόνο, καθώς και για άλλες διατάξεις, που ενώ μπορεί κάποιος να μη ήταν φονιάς εξομοιωνόταν όμως με τον φονιά ακόμα και αν κρατούσε οργή μέσα του εναντίον του αδελφού του, και αυτό ήταν η ηθική πλευρά του Νόμου. Την σπουδαιότερη όμως εκπλήρωση του Νόμου, την βλέπουμε στην σταυρική θυσία του Χριστού, όπου Αυτός έγινε το «σφάγιο» της θυσίας στον Θεό και με την Θυσία Του αυτή για τις δικές μας αμαρτίες, κατήργησε τις θυσίες των ζώων –καθώς και τους ιερείς που θυσίαζαν-, διότι:

«…αδύνατον είναι αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρή αμαρτίας» (Εβραίους: ι’ 4).

Αυτές οι θυσίες γινόντουσαν έως ότου ο Θεός δεχθεί την μία και μοναδική Θυσία που ο Υιός Του έκανε με τον ίδιο Του τον εαυτό, και κατήργησε εδώ ολοσχερώς τις θυσίες ζώων και τους ιερείς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κατήργησε και το νόμο της μοιχείας, του φόνου, κ.λ.π.

Συμπέρασμα: Ο Κύριος δεν κατάργησε αλλά εκπλήρωσε τον Νόμο και η εκπλήρωση αυτή σημαίνει ότι ο παλαιός Νόμος δεν έχει πλέον την ισχύ που κάποτε είχε, όπως είπαμε για τις θυσίες, για τους ιερείς που θυσίαζαν κ.λ.π., διότι ήταν ελλιπής. Επέβαλε πλέον ο Κύριος με την εκπλήρωση του Νόμου μία νέα διαθήκη, την Καινή Διαθήκη, και βλέπουμε τον Απόστολο Παύλο να μας λέει:

«Τώρα όμως ο Χριστός έλαβεν εξοχωτέραν λειτουργίαν, καθόσον είναι και ανωτέρας διαθήκης μεσίτης, ήτις ενομοθετήθη με ανωτέρας επαγγελίας»… «Διότι εάν η πρώτη εκείνη ήτο άμεμπτος, δεν ήθελε ζητείσθαι τόπος διά την δευτέραν»… «Λέγων δε καινήν, έκαμε παλαιάν την πρώτην· το δε παλαιούμενον και γηράσκον είναι πλησίον αφανισμού» (Εβραίους : ζ’ 6-7 και 13).

Για το θέμα του όρκου, στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης σου, θα πρέπει να διακρίνουμε τον όρκο που επιβαλλόταν σε κάποιες περιπτώσεις από τον όρκο που απαγορευόταν ρητά και κατηγορηματικά. Ο επιτρεπόμενος όρκος ήταν ο όρκος της «βεβαιώσεως» και ο όρκος της «υποσχέσεως», με τον πρώτο να αναφέρεται στο παρελθόν και στο παρόν, ενώ ο δεύτερος αναφερόταν για το μέλλον. Δηλαδή, βεβαίωναν δια όρκου στο όνομα του Θεού κάτι που έγινε πρίν αλλά και την στιγμή εκείνη, και υπόσχονταν δια όρκου αυτό που θα έκαναν στο μέλλον.

Τέτοιοι όρκοι –σοβαροί- είχαν εφαρμογή σε δικαστικούς όρκους. Ο Κύριος μας όταν ήταν μπροστά στο «δικαστήριο» (Συνέδριο) των αρχιερέων και Φαρισαίων, άκουσε τον Αρχιερέα να Του λέει:

«Σε ορκίζω εις τον Θεόν τον ζώντα να είπης προς ημάς αν συ ήσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού» (Ματθαίος: κς’ 63)

και ο Κύριος δεν αποδοκίμασε τον όρκο αυτόν διότι ήταν όρκος έγκυρος και όχι επιπόλαιος. Υπήρχαν επιπόλαιοι όρκοι μεταξύ του λαού όπου και «ελάμβαναν το Όνομα του Θεού επί ματαίω», και γινόντουσαν επίορκοι τις περισσότερες φορές, γι’ αυτό και ο Κύριος τους απαγορεύει να κάνουν κάτι τέτοιο. Μιλάει για επίορκους  –μη επιορκήσεις”– και κατά συνέπεια υπήρχε περίσσια επιπολαιότητα στην ευκολία του όρκου, λαμβάνοντας μάταια το Όνομα του Κυρίου. Δεν υπήρχε απαγόρευση στους επίσημους και δικαστικούς όρκους, αλλά στους όρκους που διδόντουσαν μεταξύ των Ισραηλιτών ως άτομα για μικρή έως και ασήμαντη αιτία.

Ο Κύριος τους λέει -και μας λέει- καθαρά τα εξής, για τον επιπόλαιο όρκο που διαπράττει πολλές φορές την αμαρτία της ψευδορκίας:

«Εγώ όμως σας λέγω να μη ομόσητε μηδόλως· μήτε εις τον ουρανόν, διότι είναι θρόνος του Θεού· μήτε εις την γην, διότι είναι υποπόδιον των ποδών αυτού· μήτε εις τα Ιεροσόλυμα, διότι είναι πόλις του μεγάλου βασιλέως· μήτε εις την κεφαλήν σου να ομόσης, διότι δεν δύνασαι μίαν τρίχα να κάμης λευκήν ή μέλαιναν. Αλλ’ ας ήναι ο λόγος σας Ναι ναι, Ου, ού· το δε πλειότερον τούτων είναι εκ του πονηρού» (Ματθαίος: ε’ 34-37).

Συμπέρασμα: Ο όρκος διδόταν στο Όνομα του Θεού, και ο όχλος ορκιζόταν σε κάθε τι που θεωρούσε σπουδαίο, όπως ο ουρανός, η γή, τα Ιεροσόλυμα, έως και στις τρίχες της κεφαλής τους ορκιζόντουσαν, εις το Όνομα -δήθεν- του Θεού, και επειδή «Εν τη πολυλογία δεν λείπει αμαρτία» (Παροιμίες: ι’ 19), τους απαγόρευε ο Κύριος τον όρκο προτρέποντας τους να είναι το Ναι τους ΝΑΙ, και το Όχι τους ΌΧΙ, δίδοντας τους και πάλι να καταλάβουν την ηθική πλευρά που είπαμε στο πρώτο σκέλος της ερώτησης σου, διότι πρέπει να έχει κάποιος Χριστιανικό ήθος για να μπορεί, αποφεύγοντας τον όρκο, να πεί Ναί ή Όχι και να είναι αλήθεια.

Εύχομαι να κάλυψα τις απορίες σου αγαπητή Χρυσούλα.

 
Ευχαριστώ για την επικοινωνία.
 
Με αγάπη Χριστού
Γιώργος Οικονομίδης
sporeas.gr
 
 
Για περισσότερες Ερωτήσεις και Απαντήσεις
Δείτε την Κατηγορία μας:
 
ΡΩΤΑΤΕ καί ΑΠΑΝΤΑΜΕ
 
 
ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΕ ΦΙΛΟΥΣ ΣΑΣ

Από Γιώργος Οικονομίδης

Γεννημένος τό 1960, ο Γιώργος Οικονομίδης ασχολήθηκε με διάφορες εργασίες ώς πρός τό ζήν. Τό έτος 1988 ο Λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, μπήκε πλέον στην ζωή του και -συγκρίνοντας την Αγία Γραφή με την θρησκεία- του ετέθη στην ψυχή του τό μεγαλύτερο ερώτημα... "ΘΡΗΣΚΕΙΑ ή ΧΡΙΣΤΟΣ"; και έκτοτε, εφόσον επέλεξε τόν Χριστό, παρέδωσε την καρδιά του στόν Κύριο και Σωτήρα του Ιησού Χριστό, όπου και Τόν υπηρετεί από τότε με ποικίλους τρόπους, όπως: Αρθρογράφος σε εφημερίδες με δική του μόνιμη στήλη και, εκφωνητής επί τριετία σε Χριστιανικό Ραδιοφωνικό Πρόγραμμα του εξωτερικού (στην Ελληνική γλώσσα), όπου συνεχίζει επί σειρά ετών την διακονία του στό διαδίκτυο με την Χριστιανική Ιστοσελίδα του "sporeas.gr", καταναλώνοντας με αγάπη την ζωή και τόν χρόνο του στό έργο αυτό. Για 15 περίπου έτη εργαζόταν την επιχείρηση του στό εξωτερικό, όπου με την Χάρη και την βοήθεια του Θεού την ξεκίνησε από τό "μηδέν". Τό έργο του Θεού συνεχίζεται ανά τόν κόσμο και ο Γιώργος Οικονομίδης καταναλώνεται στό να συμβάλει στό οικοδόμημα αυτό ανάμεσα στους Έλληνες συμπατριώτες του και όχι μόνον, παρουσιάζοντας την αλήθεια του Ευαγγελίου ενάντια στό ιερατικό κατεστημένο που αρέσκεται στό καλλιεργημένο ψεύδος.